Συνέντευξη > Χριστόδουλος Στεφανάδης, καθηγητής καρδιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών, διευθυντής Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής, Νοσοκομείο «Ιπποκράτειο»

0

Κύριε καθηγητά, η πολυετής εμπειρία σας στην καρδιολογία, σας καθιστά τον πλέον αρμόδιο επιστήμονα για να μας μιλήσει για τα νεότερα δεδομένα σε επίπεδο θεραπειών που έχει να επιδείξει ο κλάδος της καρδιολογίας σήμερα;

Η καρδιολογία, η καρδιαγγειακή ιατρική βρίσκεται αυτήν τη στιγμή στην αιχμή του ενδιαφέροντος της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας γενικότερα. Γιατί; Διότι οι καρδιαγγειακοί θάνατοι είναι πρώτοι σε ποσοστά και σε παγκόσμιο και σε ελληνικό επίπεδο.

Ωστόσο, μεγάλη πρόκληση για εμάς τους καρδιολόγους είναι η στεφανιαία νόσος. Και το λέω αυτό, διότι αυτή είναι σήμερα η κύρια αιτία θανάτου. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε ζήσει δραματικές ανατροπές στον τομέα αυτόν και όσον αφορά τη γνώση, αλλά κυρίως όσον αφορά τη θεραπευτική προσέγγιση των ασθενών με στεφανιαία νόσο. Αναφέρομαι κυρίως στις νέες διαγνωστικές τεχνικές, οι οποίες μπορούν με ακρίβεια να εντοπίσουν τις αθηρωματικές πλάκες, δηλαδή την αθηρωματική πλάκα των στεφανιαίων που ρήγνυται και προκαλεί το έμφραγμα. Καταφέραμε να τη φωτογραφίσουμε, να την αναλύσουμε και ξέρουμε σήμερα ποια στοιχεία συνηγορούν στο να πούμε πια πλάκα είναι επικίνδυνη να σπάσει και πια είναι σταθερή. Παλαιότερα δεν το γνωρίζαμε αυτό και ήμαστε τρομοκρατημένοι, διότι υπήρχαν μελέτες που έλεγαν ότι οι μικρές στενώσεις προκαλούν έμφραγμα πολύ πιο συχνά. Είδαμε δηλαδή, ότι ένας ασθενής, ο οποίος είχε 50% στένωση στη στεφανιογραφία και δεν παρουσίαζε στηθάγχη, μπορούσε να κάνει έμφραγμα και να πεθάνει.Σήμερα ξέρουμε καλύτερα ποιες είναι αυτές οι επικίνδυνες περιοχές- αυτές οι επικίνδυνες πλάκες. Πλέον με τη βοήθεια φωτογραφικών μεθόδων μπορούμε να αξιολογήσουμε καλύτερα την κατάσταση του ασθενή. Τώρα έχουμε τον ενδοαγγειακό υπέρηχο, την οπτική συνεκτική τομογραφία, τη θερμογραφία, την εικονική ιστολογία και άλλες τεχνικές που πέραν της στεφανιογραφίας μπορούν να μας δείξουν άμεσα την εικόνα της περιοχής που ελέγχουμε.

Άρα, λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι μέσα σε δέκα χρόνια αποκτήσατε καλύτερο γνωστικό επίπεδο για τις παθήσεις αυτές, για τη σοβαρότητά τους και για τις επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν. Ταυτόχρονα όμως μιλήσατε και για τα τεχνολογικά μέσα τα οποία έχουν συντελέσει στην κατάκτηση αυτή. Μιλήστε μας ποιο αναλυτικά για αυτά τα νέα μέσα.

Κυρίως χαρτογραφήσαμε καλύτερα την αθηρωματική πλάκα που είναι ο «εχθρός». Βεβαίως, μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια έχουν αλλάξει και τα μέσα τα οποία χρησιμοποιούμε για να διαγνώσουμε το πρόβλημα. Όλα αυτά δεν έγιναν με τη φαντασία, έγιναν με διάφορα τεχνολογικά μέσα και περιέγραψα ορισμένα. Για παράδειγμα, μπήκαμε με τη βοήθεια των υπερήχων μέσα στις αρτηρίες και όπως μπορούμε να βλέπουμε από έξω την καρδιά, την ουροδόχο κύστη, τους νεφρούς, τώρα μπορούμε να βλέπουμε και τις αρτηρίες από μέσα, με τη βοήθεια πολύ λεπτών μετατροπέων. Όλα αυτά τα μέσα πλούτισαν τη γνώση μας και τώρα ξέρουμε καλύτερα που πρέπει να επέμβουμε και που όχι.

Και πάμε τώρα και στο θεραπευτικό κομμάτι. Πριν από 30 χρόνια κάναμε μόνο μπαλονάκι, στη συνέχεια ήρθαν τα stents, σήμερα έχουμε τα καινούργιου τύπου stents, τα οποία είναι καλυμμένα και περιέχουν φάρμακο, το οποίο ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες επιπλοκών για τον ασθενή. Ελαχιστοποιούν δηλαδή το ενδεχόμενο να υπάρξει θρόμβωση, ή να ξανακλείσει το αγγείο.

Επίσης, έχουμε τις μεθόδους της αθηρεκτομής. Μπορούμε δηλαδή να κόψουμε και να αφαιρέσουμε το υλικό από την πάσχουσα περιοχή της αθηρωματικής πλάκας. Πλέον χρησιμοποιούμε λιγότερο το laser και έχουμε και τεχνικές για να ξεφράζουμε τα πλήρως φραγμένα αγγεία, δηλαδή μπορούμε να παρεμβαίνουμε πάνω από 90% στους στεφανιαίους ασθενείς και έτσι να γλυτώνουν το χειρουργείο. Όταν ξεκίνησε η αγγειοπλαστική, ένα ποσοστό της τάξεως του 10% μπορούσε μόνο να κάνει αγγειοπλαστική. Πριν από 25 χρόνια, εάν είχαμε για παράδειγμα 100 ασθενείς, οι 90 προχωρούσαν σε χειρουργική επέμβαση και έκαναν μπαϊπάς και οι 10 μόνο έκαναν αγγειοπλαστική. Σήμερα το 90% των ασθενών, ακόμη και το 100% σε κάποια κέντρα, μπορούν να κάνουν αγγειοπλαστική και να αποφύγουν το μπαϊπάς.

Κύριε Στεφανάδη στις μέρες μας ποιο είναι το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η καρδιολογία και τι προσδοκά σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες, για παράδειγμα με τη νανοτεχνολογία και τα νέου τύπου υλικά;

Όλα αυτά τα μέσα που έχουμε σήμερα και που μέχρι στιγμής μας έχουν λύσει πολλά προβλήματα, δεν θεραπεύουν τη νόσο. Η αθηροσκλήρυνση είναι ανίατη νόσος, με τα σημερινά δεδομένα φυσικά. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε όσον αφορά αυτήν τη νόσο, είναι με τη βοήθεια των φαρμάκων να την κρατήσουμε σταθερή. Ενώ, σε χειρουργικό επίπεδο κάνουμε παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της ζωής του ασθενούς, ώστε να παρατείνουμε τη ζωή του. Αυτά όλα όμως δεν είναι θεραπεία, υπό την έννοια της τελικής λύσης. Σήμερα προσπαθούμε να παρέμβουμε φαρμακευτικά στην αθηρογένεση. Όχι μόνο στο να σταθεροποιήσουμε την εξέλιξη, αλλά κυρίως στο να υποστρέψουμε τις βλάβες. Σε ένα ποσοστό το έχουμε καταφέρει με ορισμένα φάρμακα, π.χ. τις στατίνες, οι οποίες ελαττώνουν τη χοληστερίνη. Βέβαια, αυτήν τη στιγμή τα ποσοστά επιτυχίας είναι μικρά, αλλά είναι ελπιδοφόρα. Προσδοκούμε στο άμεσο μέλλον να υπάρξουν φάρμακα, τα οποία θα θεραπεύουν τον ασθενή. Διότι, η στεφανιαία νόσος αυτήν τη στιγμή στοιχίζει πάρα πολλά χρήματα και για τον ασθενή, αλλά και για το κράτος. Για παράδειγμα, εάν ένας άνθρωπος πάθει πνευμονία, παίρνει κάποιο φάρμακο και θεραπεύεται. Παλαιότερα πέθαινε σε ένα μεγάλο ποσοστό. Εάν βρούμε φάρμακα που να θεραπεύουν ριζικά την αθηροσκλήρυνση, θα έχουμε τεράστιο κοινωνικό όφελος.

Ποιες είναι οι νεότερες κατευθυντήριες οδηγίες που έρχονται από τα διεθνή συνέδρια;

Καταρχήν, οι νέες οδηγίες μας καθοδηγούν σωστά στο να χρησιμοποιούμε ανάλογα με την περίπτωση τα φάρμακα. Μας λένε που να χρησιμοποιούμε τις στατίνες, που να κάνουμε αγγειοπλαστική και που να κάνουμε εγχείρηση. Υπάρχουν κάποιες περιοχές για παράδειγμα, που είναι ξεκάθαρες για το εάν θα πρέπει να κάνει ο γιατρός αγγειοπλαστική ή εγχείρηση μπαϊπάς. Εάν όμως έχεις τρεις αρτηρίες που πάσχουν, εκεί μπορείς να κάνεις και αγγειοπλαστική και εγχείρηση. Οι οδηγίες, λοιπόν, μας βοηθούν στο να επιλέγουμε σωστά σε ποιους ασθενείς θα πρέπει να κάνουμε αγγειοπλαστική και σε ποιους θα πρέπει να κάνουμε εγχείρηση.

Κύριε καθηγητά, στα τόσα χρόνια που ασχολείστε με την καρδιολογία, είδαμε έναν «ανήσυχο» επιστήμονα, ο οποίος ανακάλυπτε συνεχώς νέες μεθόδους και πρακτικές, οι οποίες έγιναν αποδεκτές από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα ως μέθοδοι «σωτηρίας» για τους καρδιοπαθείς. Είδαμε για παράδειγμα να εφαρμόζετε την ανάδρομη διαδερμική βαλβιδοπλαστική της μιτροειδούς βαλβίδος, τη μέθοδο ανίχνευσης της ευάλωτης αθηρωματικής πλάκας, τον σχεδιασμό νέων stents και άλλων πολλών μεθόδων. Παραμένετε ένας «ανήσυχος» επιστήμονας ακόμα και σήμερα;

Βεβαίως και παραμένω «ανήσυχος» γιατρός. Η καρδιολογία για εμένα είναι μεράκι, δεν περνάει έτσι απλά. Δεν μπορείς να πεις ότι θα κάνω αυτό και στη συνέχεια θα ησυχάσω. Είναι μεράκι, το οποίο καμιά φορά ξεφεύγει και από το κοινώς εννοούμενο φυσιολογικό. Αυτήν τη στιγμή έχουμε την τύχη να είμαστε σε μια κλινική που διεθνώς είναι στην πρωτοπορία της έρευνας. Και δεν αναφέρομαι μόνο στον ομιλούντα, αλλά και στην εξαιρετική ομάδα που έχουμε. Όταν πριν από 15 χρόνια είχαμε φτάσει στις 100 δημοσιευμένες εργασίες σε διεθνή περιοδικά, δεν είπαμε τι καλά που είναι τώρα, είμαστε πολύ ευτυχείς, μπορούμε να σταματήσουμε τις έρευνες.

Σήμερα, έχουμε ξεπεράσει τις 1.000 δημοσιεύσεις και πάλι δεν σταματάμε. Αυτοί οι αριθμοί, από ένα κέντρο, με τους περιορισμούς που έχει από το σύστημα υγείας -τους οικονομικούς, τους διοικητικούς κ.α.- πιστεύω ότι είναι άθλος. Είναι άθλος να φτάσουμε σε τέτοια επίπεδα αποδοχής του έργου μας. Διότι, οι προϋποθέσεις για να δημοσιεύσεις μια έρευνα σε ένα ξένο περιοδικό, δεν είναι το ίδιο με το να κάνεις μια δημοσίευση σε μια ελληνική εφημερίδα. Σίγουρα περνάει από κρίση. Επομένως, απαντώ στο ερώτημά σας ότι η «ανησυχία» μου παραμένει και θα παραμείνει, διότι για εμένα αυτό είναι τρόπος ζωής. Εάν δεν έχεις πάθος για τον στόχο, αν δεν αναζητήσεις, δεν θα βρεις. Όταν κάθεσαι απλά και περιμένεις να υλοποιηθεί κάτι από μόνο του, τότε αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Χαρακτηριστικά μπορώ να πω ότι υπάρχει η αλήθεια γύρω μας, όμως πρέπει να την ψάξουμε για να τη βρούμε. Δεν θα έρθει μόνη της κοντά μας.

Τι θα σας έκανε να μην είστε «ανήσυχος» επιστήμονας; Δυστυχώς, βλέπουμε τον τελευταίο καιρό πολλούς νεότερους συναδέλφους σας να φεύγουν από τη Ελλάδα αναζητώντας, όχι νέους ορίζοντες ανάπτυξης, αλλά ένα καλύτερο περιβάλλον για να εργαστούν σαν επιστήμονες. Εσάς τι θα σας έκανε να εγκαταλείψετε τη θέση στην οποία βρίσκεστε και να φύγετε στο εξωτερικό;

Τίποτα. Νομίζω ότι η Ελλάδα, πέραν του συναισθήματος, προσφέρεται για έρευνα. Η έρευνα στην Ελλάδα είναι πολύ πιο φτηνή από ότι είναι στις ΗΠΑ. Και απόδειξη είναι αυτό που σας ανέφερα νωρίτερα, οι έρευνες που έχουμε κάνει όλα αυτά τα χρόνια. Από τις 1.000 εργασίες που δημοσιεύθηκαν δεν έχει χρηματοδοτηθεί καμία από το κράτος. Δεν ήταν όμως ποτέ για εμάς αυτό ανασταλτικός παράγοντας, η έλλειψη κονδυλίων για να κάνουμε έρευνα. Ίσα ίσα, αυτό μας έκανε να προχωρήσουμε περισσότερο.

Θέλω να πω όμως και κάτι πολύ σημαντικό: υπάρχει μεγάλη αδυναμία στο σύστημα, διότι αλλού χρηματοδοτούν και αλλού παράγουν. Υπάρχει αυτή η δυσαρμονία. Και αυτό γίνεται, διότι για να εγκριθεί η χρηματοδότηση κάποιας έρευνας, μέχρι τώρα τουλάχιστον, δεν απαιτούσε από εκείνον, ο οποίος εισπράττει για το πρωτόκολλό του, η έρευνα αυτή να έχει απόδοση. Θα πρέπει εκείνος, ο οποίος έχει χρηματοδοτηθεί για κάποια έρευνα, εάν δεν παράξει κάποιο αποτέλεσμα μέσα σε πέντε χρόνια, να επιστρέψει τα χρήματα πίσω. Αν δεν παράγεις έργο που να έχει δημοσιευθεί έξω, ο στόχος δεν θα έχει επιτευχθεί και άρα δεν έχει έννοια η χρηματοδότηση.

Πιστεύετε ότι έτσι όπως διαμορφώνεται η κατάσταση λειτουργίας των νοσοκομείων, ένας καρδιολόγος θα μπορέσει να κάνει σωστά τη δουλειά του, όταν δεν θα έχει βασικά υλικά για να εργαστεί;

Αυτό είναι πολύ κρίσιμο ερώτημα. Αυτήν τη στιγμή, τουλάχιστον στο «Ιπποκράτειο», δεν το έχουμε ακόμα αντιμετωπίσει. Τώρα τι θα συμβεί σε έναν μήνα, ή σε έναν χρόνο, δεν ξέρω.

Όπως είπαμε και προηγουμένως, η επεμβατική καρδιολογία είναι ακριβή και τα stents και οι καθετήρες έχουν ένα σημαντικό κόστος και όσο προχωράμε στην έρευνα γίνεται όλο και πιο ακριβή και η διάγνωση και η θεραπεία. Δεν πρέπει, βέβαια, να αγνοήσουμε το γεγονός ότι ενδεχομένως φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, τουλάχιστον στον τομέα της υγείας, διότι έγινε μια αλόγιστη χρήση των τεχνολογικών παροχών. Ανεξέλεγκτη θα έλεγα και αυτό προέκυψε από αδυναμία του συστήματος να ελέγξει το ποιος κάνει τι. Και σε επίπεδο πιστοποίησης και σε επίπεδο απόδοσης.

Να φανταστείτε ότι η επεμβατική καρδιολογία, που είναι ένας τεράστιος τομέας και πολύ νευραλγικός στην Ελλάδα, δεν είναι πιστοποιημένος. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να πάρει ένας ειδικότητα καρδιολογίας και να κάνει αγγειοπλαστικές και να βάζει stents. Δηλαδή, το κράτος επαφίεται στην αυτοαξιολόγηση του καθενός. Δεν έρχεται ο κρατικός φορέας να πει «τι εκπαίδευση έχεις», ή να σε κρίνει εκ του αποτελέσματος. Μπορώ δηλαδή εγώ να βάζω 20 stents στον ασθενή, για διάφορους λόγους, χωρίς να με ελέγξει ποτέ κανείς. Εκεί υπήρχε αυτή η χαλαρότητα και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Αυτός βέβαια είναι ένας από τους παράγοντες.

Ένας δεύτερος παράγοντας που μας οδήγησε να φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, μπορεί να είναι και το υπερβολικό κόστος σε φάρμακα και σε αναλώσιμα υλικά;

Θεωρώ πολύ σωστή απόφαση του υπουργείου να δημιουργήσει προκαθορισμένα νοσηλία. Ο κάθε γιατρός θα πρέπει να γνωρίζει από πριν πόσα χρήματα δίνει το κράτος για κάποια επέμβαση. Διότι θεωρώ ότι αυτό το μέτρο θα αποθαρρύνει ανθρώπους που θέλουν να κάνουν σπατάλη, υπερβάσεις ή υπερτιμολογήσεις, εάν ξέρουν από πριν ότι θα πάρουν αυτά τα συγκεκριμένα χρήματα. Με αυτόν τον τρόπο και εγώ σαν γιατρός θα αυτοπεριοριστώ στη χρήση των υλικών μου. Και έτσι και ο ασθενής μετά δεν θα μου ζητήσει ευθύνες.

Δηλαδή, μέχρι σήμερα γινόταν κακή διαχείριση στα υλικά που χρησιμοποιούσατε ως γιατροί;

Κακή διαχείριση υπό την έννοια, ότι για παράδειγμα, γίνονταν αποστειρώσεις κάποιων υλικών και στη συνέχεια αυτά τα υλικά τα πετάγαμε. Αυτό είναι το πιο αθώο που μπορώ να πω. Δε γινόταν σωστή διαχείριση των χρημάτων. Φτάσαμε στο σημείο ένα stent να κάνει 3.500 ευρώ, όταν τώρα κοστίζει 300 ευρώ. Τόσα χρόνια μπορούσαμε να χρησιμοποιούμε αλόγιστα όσα υλικά θέλαμε και να χρεώνουμε τα ταμεία. Για αυτό και πιστεύω ότι όταν υπάρχουν προκαθορισμένα πακέτα, θα έχουμε και μεγάλη οικονομία.

Υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα σύστημα υγείας δύο ταχυτήτων για τους ασθενείς. Σε εκείνους που έχουν την οικονομική άνεση και σε εκείνους που δεν την έχουν. Πιστεύετε ότι αυτοί που έχουν χρήματα, θα μπορούν να διασφαλίσουν ένα καλύτερο αποτέλεσμα για την υγεία τους;

Πιστεύω ότι ευτυχώς στον δημόσιο τομέα και ιδιαίτερα στη δική μας κλινική, η οποία είναι πρωτοπόρος στην αγγειοπλαστική, οι παροχές υγείας είναι καλές για όλους τους ασθενείς. Ο μέσος όρος του δημόσιου τομέα και τα αποτελέσματα που έχουμε στους ασθενείς μας είναι σαφώς καλύτερα από τα αντίστοιχα αποτελέσματα στον ιδιωτικό τομέα. Θεωρώ ότι τα δημόσια νοσοκομεία λειτουργούν καλύτερα και αποτελεσματικότερα για τον ασθενή σε σχέση με τα ιδιωτικά. Αυτό που φοβάστε εσείς, συμβαίνει κυρίως στην Αμερική. Εκεί υπάρχουν ασθενείς δύο ταχυτήτων. Εάν τώρα φτάσουμε στο σημείο τα δημόσια νοσοκομεία να μην έχουν υλικά για να δουλέψουν, τότε πιστεύω ότι ο ιδιωτικός τομέας θα κάνει… πάρτι. Αλλά κρίνω ότι δεν θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Υπάρχουν γενόσημα φάρμακα που μπορούν να αντικαταστήσουν επάξια και με ασφάλεια τα πρωτότυπα φάρμακα, ιδιαίτερα στον ευαίσθητο τομέα της καρδιολογίας. Ανησυχείτε ότι ενδεχομένως κάποια από αυτά τα φάρμακα θα φέρουν διαφορετικά αποτελέσματα στους ασθενείς σας από αυτά που προσδοκάτε; Όπως ξέρετε, όταν μια εταιρεία φτιάξει ένα φάρμακο, κάνει επένδυση, κάνει υπερτιμολογήσεις, υπερβαίνει κατά πολύ το κόστος, το οποίο επικαλείται ότι χρειάστηκε προκειμένου να φτιάξει ένα φάρμακο. Γενόσημο είναι το φάρμακο, το οποίο είναι φτιαγμένο παρόμοια με το πρωτότυπο φάρμακο του οποίου η πατέντα έχει λήξει. Και εδώ βρίσκεται το λεπτό σημείο. Εάν εγώ φτιάξω ένα α φάρμακο και παρουσιάσω βιβλιογραφία από το πρωτότυπο φάρμακο, τότε εκεί προκύπτει ένα ζήτημα. Δηλαδή, δεν φτάνει μόνο να μπορώ να αποδείξω ότι το φάρμακο αυτό περιέχει μέσα τη δραστική ουσία, πρέπει να αποδείξω ότι έχει τη βιοδιαθεσιμότητα και εν τέλει τη βιολογική δράση. Εγώ λέω «ναι» στη χρήση των γενοσήμων, αλλά στα γενόσημα που είναι πιστοποιημένα. Τουλάχιστον από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εσείς θα φοβόσασταν να παραπέμψετε έναν ασθενή σας στο να πάρει κάποιο γενόσημο φάρμακο για το πρόβλημά του;

Ξέρετε υπάρχουν ελληνικές εταιρείες, οι οποίες έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη στον χώρο της καρδιολογίας. Τώρα, όσον αφορά τις καινούργιες εταιρείες, θα πρέπει να αποδείξουν και εκείνες την αξιοπιστία τους. Σίγουρα όμως θα προκύψει οικονομικό όφελος για το κράτος. Εγώ πιστεύω ότι είναι σωστό ο γιατρός να γράφει τη δραστική ουσία και να μην επιλέγει μεταξύ του α, β, γ, δ σκευάσματος. Για να δουλέψει σωστά όμως αυτό το μέτρο, θα πρέπει να υπάρξει μια πολύ συντονισμένη τεχνική υπηρεσία, η οποία θα ελέγχει και θα επιλέγει κάθε μήνα την καλύτερη προσφορά. Όταν, λοιπόν, ο γιατρός θα πρέπει να γράψει ένα φάρμακο στον ασθενή, τότε μπορεί να επιλέξει το β φάρμακο, αλλά θα ξέρει ότι το φάρμακο αυτό είναι αξιόπιστο.

Το γεγονός ότι πολλοί νέοι συνάδελφοί σας επιλέγουν τον δρόμο προς το εξωτερικό για να μπορέσουν να ασκήσουν την ιατρική επιστήμη, πώς το κρίνετε;

Υπάρχουν δύο λόγοι για να επιλέξει κάποιος αυτόν το δρόμο. Ο πρώτος λόγος είναι η απελπισία και είναι ο χειρότερος. Να φύγει κάποιος δηλαδή, διότι δεν μπορεί να επιβιώσει στην πατρίδα του. Δεν μπορείς να μεμφθείς αυτόν τον επιστήμονα που δεν έχει δουλειά εδώ. Υπάρχει όμως και ο άλλος λόγος, αυτός της φιλοδοξίας. Πιστεύω όμως ότι η φιλοδοξία είναι κάτι που μπορείς καλύτερα να διαχειριστείς εδώ στην Ελλάδα.

Είναι θεμιτό κυρίως για έναν νέο επιστήμονα να έχει φιλοδοξίες. Θεωρώ ότι ένας γιατρός πρέπει να έχει το μικρόβιο της φιλοδοξίας μέσα του για να μπορέσει να εξελιχθεί καλύτερα στον χώρο. Γιατί αυτό να είναι κακό;

Το να επικαλείσαι ότι δεν μπορείς μπεις σε έναν χώρο εξαιτίας κάποιου κυκλώματος, αυτό για εμένα είναι αφορμή. Όταν κανείς έχει πάθος και επιμονή, διαρρηγνύει τα κυκλώματα. Κατά περίεργο τρόπο οι καλοί επιβιώνουν.

Ήσασταν πολλά χρόνια πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Ποια είναι η αίσθηση που αποκομίσατε από το πανεπιστήμιο όσον αφορά την εκπαίδευση των νέων ανθρώπων;

Η αίσθηση που αποκόμισα από το πανεπιστήμιο έχει και θετικά και αρνητικά στοιχεία. Καταρχήν, υπάρχουν φοιτητές με εξαιρετικά μυαλά. Βέβαια, υπάρχουν και οι αδιάφοροι φοιτητές, υπάρχουν και αυτοί που αρνούνται το σύστημα, αυτοί που βλέπουν πίσω από κάθε ενέργεια την πολιτική. Αλλά εν πάση περιπτώσει η σιωπηλή πλειοψηφία (και το τονίζω αυτό διότι εάν ήταν πιο θορυβώδης θα μπορούσε να οριοθετήσει αλλιώς τα πράγματα) νομίζω ότι είναι καλοί. Το ζητούμενο στην παιδεία είναι να βγάζει καλύτερους επιστήμονες. Δυστυχώς, υπάρχουν μερίδες φοιτητών που δεν θέλουν να αλλάξει κάτι, το οποίο είναι αντικειμενικά προς το καλύτερο για τους φοιτητές και για το σύστημα. Υπάρχει μια ομάδα φοιτητών, η οποία εκφράζει πολιτικές απόψεις, εκφράζει την αντίδραση των νέων και θέλει την ισοπέδωση του μέσου όρου των φοιτητών. Δεν μπορείς να ισοπεδώνεις τα πτυχία, την αξιολόγηση και άλλα αυτονόητα πράγματα. Είδατε τι έπαθα για να μπορέσω να περάσω την αξιολόγηση. Ομάδες φοιτητών αντιδρούσαν, δεν ήθελαν να περάσει τίποτα. Καταφέραμε όμως με διάφορους τρόπους και το κάναμε. Και δεν μπορούσαν να δεχθούν το αυτονόητο, που είναι η αξιολόγηση. Πιστεύω ότι με αυτήν τη διαδικασία, θα αναγνωριστεί περισσότερο το πτυχίο των φοιτητών. Τέτοιες παθογένειες έχουμε. Και βέβαια το αίτιο όλων αυτών είναι το γεγονός ότι έχει μπει βαθιά στα πανεπιστήμια ο κομματισμός. Δεν λέω να μην έχει κάποιος πολιτική συνείδηση, αλλά να μην καθοδηγείται από την πολιτική. Η πολιτικοποίηση του ατόμου δεν είναι κακή, αρκεί να βελτιώνει το άτομο.

Έχετε αφιερώσει εκατοντάδες άρθρα σας και έχετε κάνει δεκάδες ομιλίες αφιερωμένες στην πρόληψη. Πιστεύετε ότι έχει γίνει πλέον κατανοητό στο νέο Έλληνα η σημασία της πρόληψης για την αποφυγή καρδιοπαθειών, ή δεν έχει αλλάξει κάτι προς αυτήν την κατεύθυνση;

Έχουμε ακόμα δρόμο να διανύσουμε, αλλά σίγουρα είμαστε σε καλύτερη κατάσταση από ότι ήμαστε πριν από 15 χρόνια. Σήμερα ξέρουν οι περισσότεροι ότι η χοληστερόλη κάνει κακό στην καρδιά. Ο Έλληνας όμως δυστυχώς δεν πειθαρχεί. Και επιπλέον όλα αυτά που απαγορεύεται να κάνει κάποιος, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, είναι ευχάριστα για τον κόσμο. Δηλαδή και το κάπνισμα είναι απόλαυση και το ποτό και τα λίπη και η καθιστική ζωή που κάνουμε. Όμως, θα πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι η πρόληψη εκτός από καλή είναι και ανέξοδη και προσφέρει και οικονομία. Για να εμπεδωθεί καλύτερα η σημασία της πρόληψης πιστεύω ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να αρχίσει από την ηλικία των παιδιών που βρίσκονται στο δημοτικό σχολείο. Πρέπει να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά να τρώνε υγιεινά. Πρέπει όμως ο κρατικός φορέας να κάνει κάτι για αυτό. Πρέπει να δώσει τα μηνύματα απευθείας στον κόσμο και όχι να χρησιμοποιεί τις επιστημονικές εταιρείες. Είναι θέμα του κράτους, του υπουργείου, δεν είναι θέμα της τάδε επιστημονικής εταιρείας. Το κράτος θα πρέπει να είναι ο πρώτος φορέας ενημέρωσης.

Θεωρείτε ότι η νέα κατάσταση στον τρόπο διαβίωσης των Ελλήνων, με τις τεράστιες οικονομικές πιέσεις και την ανασφάλεια που έχει ο κόσμος, θα οδηγήσει σε αύξηση των καρδιαγγειακών κρουσμάτων στη χώρα μας;

Η οικονομική κρίση και η προοπτική της ενδεχόμενης φτώχειας του κόσμου, σίγουρα είναι ένας πολύ δυσμενής παράγοντας αύξησης των κρουσμάτων. Στην Ισλανδία, όταν έγινε πτώχευση του κράτους, οι καρδιαγγειακοί θάνατοι αυξήθηκαν πάνω από 20%. Άρα πιστεύω ότι και στην Ελλάδα δυστυχώς, πρέπει να περιμένουμε κάτι ανάλογο τα επόμενα χρόνια. Ο μόνος τρόπος για να το αντιμετωπίσει κανείς αυτό είναι να είναι έτοιμος. Π.χ. πρέπει ένας που παθαίνει έμφραγμα, να έχει τη δυνατότητα να πάει ταχύτατα στο νοσοκομείο. Πρέπει η πολιτεία να αγκαλιάσει αυτές τις ευπαθείς ομάδες – τους νεόπτωχους που θα προκύψουν. Είναι σίγουρο ότι το στρες, η κατάθλιψη, το άγχος για το αύριο, είναι προδιαθεσικοί παράγοντες για να αυξηθούν τα κρούσματα.

Share.

About Author

Αρχισυντάκτρια

Leave A Reply

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.