ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ – ΟΛΥΜΠΙΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΦΕΕ
Στόχος του ΣΦΕΕ είναι να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο κινήτρων για τη διεξαγωγή κλινικών μελετών ώστε η χώρα μας να προσελκύσει τις επενδύσεις που δικαιούται σε κλινική έρευνα και να φτάσει σε βάθος τριετίας, γιατί όχι και τα €250 εκ. το χρόνο.
Νέος ρόλος, ως πρόεδρος του ΣΦΕΕ, σε μια δύσκολη θέση, ειδικά λόγω της έντονης επικαιρότητας. Πώς αισθάνεστε αυτή την ευθύνη, και τί προσδοκάτε να αφήσετε ως αποτύπωμα της θητείας σας;
Ο ρόλος του προέδρου του ΣΦΕΕ, ειδικά τα τελευταία χρόνια, είναι απαιτητικός και δυσκολότερος από ποτέ. Αφενός πρέπει να δημιουργήσουμε ισχυρές συγκλίσεις σχετικά με τις κύριες προτεραιότητες και θέσεις του συνδέσμου, αφετέρου πρέπει να εξασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του κλάδου χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες που τους είναι απαραίτητες, είτε αυτές είναι σήμερα διαθέσιμες είτε πρόκειται να έρθουν στο μέλλον. Το νέο Διοικητικό Συμβούλιο έχει κλείσει ήδη ένα 8μηνο εντατικής δουλειάς, ακριβώς, και συνεχίζουμε να εργαζόμαστε για ένα καλύτερο περιβάλλον για το φάρμακο στη χώρα μας, ώστε να αποκομίσει το μέγιστο όφελος και το σύστημα υγείας.
Ο κλάδος συνεχίζει να επιτελεί το έργο του, ενώ βρίσκεται υπό συνεχή οικονομική πίεση που τον αποδυναμώνει χρόνο με το χρόνο. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 60%, κυρίως χάρη στη δική μας συνεισφορά μέσω της εφαρμογής ενός πλαισίου υποχρεωτικών εκπτώσεων και επιστροφών, που για το 2017 ανήλθε στο ποσό των €1,2 δις και για το 2018 διαφαίνεται ότι θα ξεπεράσει το ποσό των €1,4 δις. Ένα μέρος αυτών των επιστροφών μάλιστα αφορά χρήματα που δεν εισπράττουμε εμείς, αλλά οι άλλοι εταίροι της αλυσίδας διανομής.
Ενώ λοιπόν στην περίοδο 2012 – 2017 καταγράφεται τουλάχιστον 14% αύξηση στον αριθμό κουτιών που καταναλώνονται, οι επιστροφές χρημάτων από τις φαρμακευτικές εταιρίες αυξάνονται κατά 450%. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι τιμές των φαρμάκων καθορίζονται αποκλειστικά από το κράτος με βάση το μέσο όρο των 3 χαμηλότερων τιμών στην Ε.Ε και έχουν υποστεί συνεχείς μειώσεις όλα τα χρόνια της οικονομικής κρίσης.
Γίνεται νομίζω αντιληπτό ότι η παρούσα πορεία πρέπει να ανακοπεί, διαφορετικά η βιωσιμότητα των εταιρειών του κλάδου μας διακυβεύεται έντονα και μαζί με αυτήν και η πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακά τους. Συνεπώς η ευθύνη που βαραίνει τη θέση του προέδρου του ΣΦΕΕ είναι σημαντική και θεωρώ πως θα είναι εξαιρετική επιτυχία για το παρόν ΔΣ να καταφέρει να βάλει τον κλάδο σε ένα πλαίσιο σταθερότητας και προβλεψιμότητας που θα επιτρέψει πιο ξεκάθαρο προγραμματισμό για το μέλλον και, ελπίζω, αύξηση των επενδύσεων. Αυτό βέβαια μπορεί να γίνει μόνο σε συνεργασία με την Πολιτεία από την οποία διεκδικούμε ένα νέο μίγμα πολιτικής για το φάρμακο, το οποίο θα περιλαμβάνει αφενός μία λογική αναδιαμόρφωση του συνολικού προϋπολογισμού του φαρμάκου και θα εισάγει την αρχή της συνυπευθυνότητας (με την Πολιτεία) στον καταλογισμό των αυτόματων επιστροφών (clawback), αφετέρου την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα εξασφαλίσουν την ορθολογική διαχείριση της ζήτησης και χρήσης φαρμάκων.
Ηγείσθε ενός συνδέσμου που αποτελείται από 22 ελληνικές και 43 διεθνείς επιχειρήσεις. Πώς λειτουργούν οι ισορροπίες; Υπάρχουν αντικρουόμενες προσδοκίες και πώς τις διαχειρίζεστε;
Ο ΣΦΕΕ είναι ο Σύνδεσμος-ομπρέλα που εκπροσωπεί πρακτικά το σύνολο του κλάδου του φαρμάκου στη χώρα. Τα συμφέροντα των μελών μας είναι αρκετά διαφορετικά και ενίοτε αντικρουόμενα. Μήπως, όμως, δεν συμβαίνει το ίδιο και σε άλλους κλαδικούς φορείς; H ισορροπία δεν είναι πάντα εύκολη, αλλά προσωπική μου θέση, και πιστεύω και των συναδέλφων μου στο Δ.Σ., είναι πως όσα μας ενώνουν είναι ισχυρότερα από αυτά που μας χωρίζουν και πάνω σε αυτά χτίζουμε θέσεις και προτεραιότητες για το μέλλον.
Η πράξη νομίζω επιβεβαιώνει αυτή την θεώρηση, αφού δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις σύμπραξης ελληνικών και διεθνών εταιριών για έρευνα και ανάπτυξη, αλλά και για παραγωγή φαρμάκων σε ελληνικά εργοστάσια. Από το σύνολο των φαρμακευτικών προϊόντων που βλέπετε στα ράφια των φαρμακείων το 29% είναι προϊόν αυτών των συνεργασιών. Στόχος μας και πάγιο αίτημα μας είναι η παροχή κινήτρων από την Πολιτεία, ώστε να αυξηθεί η εγχώρια παραγωγή προϊόντων διεθνών εταιριών και να αυξηθούν και οι εξαγωγές. Δεν είναι λίγες επίσης οι περιπτώσεις εμπορικών συνεργασιών ελληνικών και διεθνών εταιριών σε επίπεδο διάθεσης και προώθησης φαρμακευτικών προϊόντων στην αγορά. Νομίζω λοιπόν πώς εστιάζοντας στους κοινούς μας στόχους μπορούμε να πετύχουμε περισσότερα.
Ποιος ο ρόλος της φαρμακοβιομηχανίας στην ελληνική οικονομία. Δώστε μας κάποια οικονομικά δεδομένα.
Επενδύουμε στην Έρευνα και την Ανάπτυξη, και ενισχύουμε την Εθνική μας Ανταγωνιστικότητα. Αποτελούμε μία ισχυρή εθνική φαρμακευτική παραγωγική δύναμη, με περισσότερες από 150 εταιρίες και 28 εργοστάσια, απασχολώντας περισσότερες από 26.000 άμεσες και 86.000 έμμεσες θέσεις εργασίας, με το 64% να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, όταν στο σύνολο της οικονομίας είναι 22,7%. Είμαστε η τρίτη εξαγωγική δύναμη της πατρίδας μας, εξάγοντας σε 141 χώρες, με επίδοση που αγγίζει τα €6 δις συνεισφέροντας κατά 3,5% στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας.
Βασικό μοχλό ανάπτυξης και επιστημονικής και κοινωνικής προόδου αποτελεί τεκμηριωμένα η κλινική έρευνα, που είναι μια από τις πλέον παραγωγικές επενδύσεις με εξαιρετικά υψηλή προστιθέμενη αξία για την πραγματική οικονομία. Η διεξαγωγή κλινικών μελετών στη χώρα μας συνδέεται με την εισροή σημαντικών κεφαλαίων από το εξωτερικό και με τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ωστόσο, το τελευταίο χρονικό διάστημα η πορεία των κλινικών μελετών είναι φθίνουσα, γιατί η Ελλάδα αναδεικνύεται σε χώρα εχθρική προς το φαρμακευτικό επιχειρείν. Αυτό είναι μια μεγάλη απώλεια γιατί δεν καταφέρνουμε να εκμεταλλευτούμε τα πλεονεκτήματα που έχουμε στον τομέα αυτόν, όπως το ότι είμαστε ελκυστικοί από πλευράς κόστους διεξαγωγής μελετών (είναι χαμηλότερο από πολλές χώρες της ΕΕ) ή το ότι διαθέτουμε υψηλής κατάρτισης και ικανότητας επιστημονικό δυναμικό. Στόχος του ΣΦΕΕ είναι να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο κινήτρων για τη διεξαγωγή κλινικών μελετών ώστε η χώρα μας να προσελκύσει τις επενδύσεις που δικαιούται σε κλινική έρευνα και να φτάσει σε βάθος τριετίας, γιατί όχι, και τα €250 εκ. το χρόνο.
Καινοτομία και αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας: έχουμε παραδείγματα για το πώς επηρεάζουν την υγεία των πολιτών;
Η φαρμακευτική καινοτομία συμβάλλει σημαντικά στην αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας οι οποίες επηρεάζουν άμεσα την υγεία των πολιτών. Η καινοτομία στο φάρμακο φέρνει το επόμενο θεραπευτικό βήμα, την επόμενη μικρή ή μεγάλη επανάσταση που αλλάζει τα δεδομένα για χιλιάδες ανθρώπους. Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι πρωτίστως εκείνους αφορά, γι’ αυτούς γίνεται. Ταυτόχρονα στηρίζει τα συστήματα υγείας αφού μπορεί να συμβάλλει σε μείωση της νοσηρότητας, σε μείωση των νοσηλειών, σε εκρίζωση χρόνιων ασθενειών, σε αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι την τελευταία εικοσαετία έχουν γίνει τεράστια άλματα στην επιβίωση κι ευημερία των Ελλήνων, έχει αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής, και πολλές ασθένειες είναι διαχειρίσιμες (πχ η ηπατίτιδα C είναι ιάσιμη πλέον, το AIDS δεν αποτελεί πια θανατική καταδίκη, ο Σακχαρώδης Διαβήτης ρυθμίζεται με ασφαλείς θεραπείες που παρέχουν και καρδιαγγειακό όφελος, πολλές μορφές καρκίνου θεραπεύονται, πολλές σπάνιες παθήσεις είναι διαχειρίσιμες κοκ). Συνολικά το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα αυξήθηκε ακριβώς κατά 2 χρόνια, από τα 74,7 έτη στα 76,7, πράγμα που οφείλεται κατά 44% στην εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων. Σήμερα, παγκοσμίως βρίσκονται σε ανάπτυξη περίπου 7.000 νέα μόρια. Είναι επιτακτική ανάγκη να διασφαλίσουμε ότι και οι ασθενείς που ζουν στη χώρα μας θα έχουν πρόσβαση σε αυτές.
Πόσο δίκαιος είναι ένας κλειστός προϋπολογισμός για την υγεία, τόσο για τους ασθενείς όσο και για τη φαρμακοβιομηχανία;
Με τον τρόπο που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, δεν είναι καθόλου δίκαιος. Και θα σας εξηγήσω γιατί. Το κράτος διαθέτει συνολικά, εδώ και 3 χρόνια τουλάχιστον, έναν κλειστό προϋπολογισμό της τάξης των €2,5 δις (εκ των οποίων €1,945 δις στον ΕΟΠΥΥ και €530 εκατ. στα νοσοκομεία), ο οποίος προσδιορίστηκε με βάση οικονομικούς δείκτες και όχι τις πραγματικές φαρμακευτικές ανάγκες των πολιτών της χώρας. Το μέγεθος αυτό είναι μειωμένο κατά 60% σε σχέση με τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη του 2009 την ώρα που οι ανάγκες των ασθενών, (συμπεριλαμβανομένων των ανασφάλιστων, προσφύγων και μεταναστών), αυξάνονται ραγδαία και ο αριθμός των νοσηλευόμενων ασθενών έχει αυξηθεί κατά 31%. Επίσης αυξάνεται η νοσηρότητα και λόγω της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης, ενώ σημαντικές, επαναστατικές θα έλεγα, θεραπείες έχουν τεθεί τα τελευταία χρόνια στη διάθεση ασθενών και επαγγελματιών υγείας. Όλα αυτά λοιπόν αυξάνουν τις πραγματικές ανάγκες, αλλά η Πολιτεία αρνείται να δει την πραγματικότητα. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη κατά κεφαλή είναι πλέον 181 ευρώ, ενώ στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου είναι 242 ευρώ και στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών είναι 292 ευρώ. Είναι άδικο για τους ασθενείς, πολύ απλά γιατί αυτή η προσέγγιση οδηγεί καθιερωμένα φάρμακα εκτός αγοράς και θέτει σε κίνδυνο την είσοδο των νέων θεραπειών στη χώρα.
Ο κλειστός δημόσιος φαρμακευτικός προϋπολογισμός δεν επαρκεί να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού, αυτό πλέον αποτελεί παραδοχή και της πολιτικής ηγεσίας. Ωστόσο, δεν βλέπουμε κάποια ουσιαστική κίνηση για να προσαρμοστεί η δημόσια δαπάνη στις πραγματικές ανάγκες. Για ποιο λόγο θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς. Πολύ απλά γιατί η Πολιτεία επαναπαύεται και στηρίζεται αποκλειστικά στη «συνταγή» των υποχρεωτικών εκπτώσεων κι επιστροφών χάρη στις οποίες ο φαρμακευτικός κλάδος πληρώνει (επιστρέφει) ό,τι δεν μπορεί, ή δεν θέλει, εκείνη να πληρώσει (μέσω rebate & clawback). Αποτελούμε κύριο πυλώνα χρηματοδότησης του συστήματος Υγείας, συνεισφέροντας στο 1/3 της φαρμακευτικής δαπάνης (μόνο για το 2017 επιστρέψαμε πάνω από €1 δις στο δημόσιο), 4 φορές πάνω από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, και παράλληλα το υψηλότερο ποσοστό από κάθε άλλο κλάδο της Ελληνικής οικονομίας. Το Κράτος μεταφέρει την υπερβάλλουσα και ανεξέλεγκτη δαπάνη στις επιχειρήσεις! Χωρίς κανένα όριο. Αντιλαμβάνεστε πως αυτό δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται «πολιτική για το φάρμακο» είναι δε εξαιρετικά κοντόφθαλμο γιατί οδηγεί τις εταιρείες στην εξόντωση και τους ασθενείς σε απώλεια πρόσβασης στα φάρμακά τους.
Ελλείψεις φαρμάκων, καθυστερήσεις ή και αναβολή έλευσης καινοτόμων φαρμάκων στην ελληνική αγορά. Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα του clawback και του rebate που επιβαρύνεστε ως κλάδος ή συμβάλλουν και κάποιοι άλλοι παράγοντες;
Οι ελλείψεις φαρμάκων είναι συνήθως αποτέλεσμα της επαναπροώθησης στο εξωτερικό από την αλυσίδα διανομής φαρμάκων τα οποία εισάγονται από φαρμακευτικές εταιρείες στη χώρα. Ο λόγος που γίνεται αυτό είναι η χαμηλή τιμή στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, και αυτό δημιουργεί εμπορικό κίνητρο στους διανομείς. Από εκεί και πέρα μπορεί να υπάρχουν και περιπτώσεις φαρμάκων που αποσύρονται από την κυκλοφορία ή αναβολής κυκλοφορίας νέων φαρμάκων. Τα φαινόμενα αυτά οφείλονται συνήθως στις δυσβάστακτες επιβαρύνσεις που καταβάλλουν οι εταιρείες μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών. Έχετε υπόψη σας ότι οι τιμές των φαρμάκων στην Ελλάδα στηρίζονται στον μέσο όρο των τριών χαμηλότερων χωρών της Ε.Ε., και ότι βάσει του ισχύοντος νόμου οι τιμές δεν αυξάνονται, μόνο μειώνονται. Αν εφαρμόσουμε σε αυτές τις τιμές και υποχρεωτικές επιστροφές, που αναμένεται το 2018 να φτάσουν το ποσοστό του 36%, καταλαβαίνετε ότι δεν είναι δύσκολο η διάθεση κάποιων φαρμάκων να καθίσταται ζημιογόνος.
Τελευταία προστίθεται στις αιτίες καθυστέρησης της εισόδου των νέων θεραπειών η υποχρεωτική επιπλέον έκπτωση της τάξης του 25% που ισχύει για τα δυο πρώτα χρόνια (δηλαδή για ένα νέο φάρμακο πρέπει η εταιρεία να επιστρέφει τουλάχιστον 50% των πωλήσεών του!), αλλά και η δημιουργία του Οργανισμού Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας (ΗΤΑ). Η δημιουργία του ΗΤΑ είναι κάτι που ζητούσαμε εδώ και χρόνια, για να αξιολογείται η προστιθέμενη αξία νέων θεραπειών και τεχνολογιών υγείας και να αποζημιώνεται ανάλογα. Ενώ λοιπόν το υπουργείο Υγείας προχώρησε στη σύσταση Οργανισμού ΗΤΑ, αυτός λειτουργεί με ρυθμούς χελώνας, καθυστερώντας την έλευση νέων φαρμάκων στη χώρα.
Πού πιστεύετε ότι μπορούν να γίνουν μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις για να βρεθούν νέοι πόροι ευρύτερα στο χώρο της υγείας;
Ο Σύνδεσμος αιτείται διαχρονικά τον εξορθολογισμό του συστήματος Υγείας μέσω συγκεκριμένων παρεμβάσεων και προτάσεων που έχουμε καταθέσει κατ’ επανάληψη:
1. H πρόσβαση των ασθενών στις νέες και καινοτόμες θεραπείες θα πρέπει να εξασφαλίζεται μετά από αξιολόγηση μέσω HTA. Μόνο έτσι θα διατίθενται οι νέες θεραπείες με τρόπο επωφελή για το δημόσιο και βιώσιμο για τις εταιρίες.
2. Εξασφάλιση δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης που στηρίζεται σε επιδημιολογικά, πραγματικά δεδομένα και όχι σε οικονομικούς δείκτες. Ξεκάθαρη δέσμευση για το απόλυτο ποσό της φαρμακευτικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ και των νοσοκομείων. Η αποκλειστική σύνδεση της δαπάνης με το ΑΕΠ δεν διασφαλίζει την επαρκή χρηματοδότηση, όταν μιλάμε για ένα ΑΕΠ που έχει μειωθεί πάνω από 25% τα τελευταία χρόνια.
3. Εφαρμογή μέτρων, όπως η ανάπτυξη Μητρώου Ασθενειών, η πλήρης εφαρμογή θεραπευτικών πρωτοκόλλων, η παραμετροποίηση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και η δημιουργία ηλεκτρονικού φακέλου ασθενούς.
4. Στήριξη της τοπικής παραγωγής με τόνωση του εξαγωγικού προσανατολισμού, αλλά και αύξηση της χρήσης γενοσήμων φαρμάκων στην εσωτερική αγορά.
5. Ενθάρρυνση των επενδύσεων στον τομέα των κλινικών μελετών, ένα τομέα που φέρνει στη χώρα χρήματα και τεχνογνωσία αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητά της, αλλά και κρατάει τους επιστήμονες στην Ελλάδα.
6. Διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου για το φάρμακο που θα χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, δικαιοσύνη και αυστηρότητα, το οποίο θα διασφαλίζει τη δημόσια υγεία, θα επιτρέπει την επιχειρηματική ανάπτυξη, θα προωθεί την αύξηση της απασχόλησης, θα θωρακίζει τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων και θα χαρακτηρίζεται από φορολογική δικαιοσύνη και διαφάνεια.
7. Θέσπιση ανώτατου ορίου για το μέγεθος του clawback, ή συνυπευθυνότητα στην καταβολή του με την Πολιτεία.
8. Άμεση δημιουργία ειδικού κονδυλίου για τα φάρμακα των ανασφάλιστων, το οποίο θα προέρχεται από τα κονδύλια της πρόνοιας.
9. Εξαίρεση των εμβολίων από τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, αφού αφορούν πρόληψη και όχι θεραπεία.
Τα έσοδα από τις κλινικές έρευνες στην Ευρώπη αγγίζουν τα 30 δις ευρώ ετησίως. Από αυτά, μόνο 40 εκ. ευρώ αφορούν την Ελλάδα. Τι φταίει, και τι πρέπει να γίνει για να αυξηθεί το μερίδιο της χώρας μας σε έλευση κλινικών μελετών;
Ανέφερα και πριν ότι η κλινική έρευνα αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης και επιστημονικής και κοινωνικής προόδου, και είναι σαφώς μια από τις πλέον παραγωγικές επενδύσεις. Δυστυχώς η επένδυση σε κλινική έρευνα στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τα €40 εκατ. ετησίως, κυρίως λόγω του εχθρικού για το φάρμακο περιβάλλοντος, των αντικινήτρων και της γραφειοκρατίας, όταν στο Βέλγιο επενδύονται €2δις, στην Πολωνία €274εκατ., στην Αυστρία €650 εκατ.
Η επένδυση στην παραγωγή, στην έρευνα και την καινοτομία και η αύξηση των κλινικών μελετών, στηρίζουν τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη πολλών παραγωγικών κλάδων, ενώ παράλληλα αξιοποιούν το ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο που διαθέτει η χώρα σε επιστημονικό δυναμικό, βοηθώντας να μείνουν στη χώρα οι νέοι επιστήμονες (brain gain). Τα οφέλη είναι πολλά, ιδίως για τους ασθενείς, που συμμετέχουν, οι οποίοι λαμβάνουν δωρεάν φάρμακα και έχουν άμεση και υψηλών προδιαγραφών ιατρική παρακολούθηση.
Προϋπόθεση για να αυξηθεί η διεξαγωγή κλινικής έρευνας στη χώρα είναι ένα προβλέψιμο και σταθερό περιβάλλον, επενδυτικά ελκυστικό, ένα περιβάλλον που δεν θα είναι εχθρικό για το φάρμακο. Ο εξορθολογισμός και βελτιστοποίηση του θεσμικού πλαισίου, η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, η παροχή ειδικών οικονομικών κινήτρων, όπως η εξαίρεση των επενδύσεων σε κλινικές μελέτες από το clawback. Η θέσπιση ειδικών οικονομικών κινήτρων για επενδύσεις που αφορούν στην κλινική έρευνα μπορεί να καταστήσει την Ελλάδα «κέντρο διεξαγωγής κλινικών μελετών» στη Νότια Ευρώπη, αυξάνοντας σημαντικά την ετήσια δαπάνη για κλινική έρευνα.
Ο HTA αποτελεί έναν ακόμη μηχανισμό αξιολόγησης ή μια μεγάλη ελπίδα για διαφάνεια και αποτελεσματικότητα;
Η δημιουργία ενός φορέα αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας είναι κάτι που υποστηρίζουμε εδώ και χρόνια. Η κατά το δυνατόν αντικειμενική αξιολόγηση της φαρμακευτικής καινοτομίας είναι ζητούμενο, αφού μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί η πρόσβαση των ασθενών στα νέα φάρμακα με βιώσιμους όρους και για τα ασφαλιστικά ταμεία και για τις φαρμακευτικές εταιρίες. Το θέμα βέβαια είναι όχι μόνο να στήνουμε τους απαραίτητους φορείς, αλλά και να εξασφαλίζουμε την εύρυθμη λειτουργία τους, ώστε να καλύπτονται έγκαιρα και οι ανάγκες των ασθενών.
Προς το παρόν, η λειτουργία του φορέα αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες κάποιων ανθρώπων, και φαίνεται ότι το HTA αναδεικνύεται σε επίσημη μέθοδο καθυστέρησης της εισόδου νέων φαρμάκων στη χώρα. Ελπίζω η πραγματικότητα να με διαψεύσει και το υποτιθέμενο χρονοδιάγραμμα των 6 μηνών για την αξιολόγηση ενός νέου προϊόντος να μην υπερτριπλασιαστεί.
Αν είχατε απέναντί σας τον Υπουργό Υγείας, σε ποια θέματα θα του λέγατε ότι είναι σε λάθος κατεύθυνση και σε ποιες ενέργειες θα τον προτρέπατε να προχωρήσει πιο γρήγορα;
Έχουμε τη δυνατότητα να συνομιλούμε με τον κύριο Ξανθό και την ηγεσία του υπουργείου αλλά θα ήταν καλύτερο να έχουμε πιο τακτικές επαφές. Η επιτροπή παρακολούθησης φαρμακευτικής δαπάνης στην οποία συμμετέχουμε είναι συνήθως ο χώρος στον οποίο θέτουμε τα προβλήματα και τα θέματα που απασχολούν τον κλάδο. Είναι ατυχές βέβαια ότι η επιτροπή κυρίως παρακολουθεί τη δαπάνη και δεν έχει να επιδείξει επιτεύγματα όσον αφορά τον έλεγχο αυτής, αν και από την πλευρά μας έχουμε υποβάλλει σωρεία προτάσεων. Όντως υλοποιούνται κάποιες αποφάσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά δυστυχώς προχωρούν με αργούς ρυθμούς και βεβαίως τα αποτελέσματα αυτών δεν έχουν φανεί ακόμα.
Άρα λοιπόν, κάτι που θα ζητούσα επιτακτικά από τον υπουργό είναι να προχωρήσουν με μεγαλύτερη ταχύτητα οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ξεκινήσει. Προσπαθούμε να συνδιαμορφώσουμε με την Πολιτεία μια πολιτική φαρμάκου που θα στηρίζει τη βιωσιμότητα των εταιριών και θα διασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών στα σωτήρια για τη ζωή τους φάρμακα.
Τα αιτήματα του ΣΦΕΕ είναι πάγια και διαχρονικά:
I. Εξορθολογισμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης με βάση τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού και τις τάσεις με τις οποίες αυτές εξελίσσονται.
II. Δομικές αλλαγές (μεταρρυθμίσεις) για μείωση της σπατάλης και έλεγχο του όγκου της συνταγογράφησης, ώστε να μειωθεί η άδικη και αυθαίρετη επιβολή των τεράστιων επιστροφών,
III. Συνυπευθυνότητα με την Πολιτεία, δηλαδή να μπει ένα όριο στο τι καλύπτουν οι εταιρίες και τι η Πολιτεία, ένα μέτρο που στηρίζει σαφώς την βιωσιμότητα του συστήματος, αφού με τον επιμερισμό των ευθυνών διασφαλίζεται και η θέληση για αλλαγές και ελέγχους από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.
’Έχουμε επανειλημμένα γνωστοποιήσει στον υπουργό, πως εμείς είμαστε σύμμαχοι στην προσπάθειά του, αλλά χρειάζεται και ο ίδιος να μας δει ως μέρος της λύσης, και όχι ως πρόβλημα. Έχουμε, μάλιστα, προτείνει να υπογράψουμε ένα τριμερές μνημόνιο συνεργασίας με το υπουργείο Υγείας και το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, όπως έχει κάνει η Πορτογαλία.
Ένα από τα σημαντικότερα momentum των Prix Galien Greece 2019, θα αποτελέσει η βράβευση του Albert Bourla, ως ο Έλληνας παγκόσμιος ηγέτης ενός φαρμακευτικού κολοσσού. Πώς αισθάνεστε, ως θεσμικός εκπρόσωπος του χώρου, για τις δυνατότητες που έχουμε ως Έλληνες;
Οι Έλληνες έχουμε αποδείξει πως μπορούμε να τα καταφέρουμε παντού! Είμαι ιδιαίτερα περήφανος και ως θεσμικός εκπρόσωπος του κλάδου και ως Έλληνας πολίτης, που ένας Έλληνας έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο ηγέτη ενός φαρμακευτικού κολοσσού. Πολλοί αναρωτιούνται τι συμβαίνει και διαπρέπουν οι Έλληνες στο εξωτερικό. Εκτός συνόρων πολλοί Έλληνες μεγαλουργούν, γιατί τους δίνεται η δυνατότητα να λειτουργήσουν σε ένα οργανωμένο και σταθερό περιβάλλον, και εκεί ξεχωρίζουν. Είναι κρίμα που η πατρίδα μας δεν μπορεί να προσφέρει σε πολλούς Έλληνες τις ευκαιρίες που αξίζουν. Είμαι βέβαιος πάντως πως ανεξάρτητα από το περιβάλλον στο οποίο λειτούργησε ο κ. Bourla, οφείλει την επιτυχία του στη σκληρή δουλειά, την επιμονή και την αφοσίωση.